Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

Ο ξεχωριστός κύριος Μιχάλης Σιγανίδης

Ένα από τα πιο εξέχοντα μέλη της εγχώριας τζαζ και αυτοσχεδιαστικής σκηνής, κατεβαίνει από τη Θεσσαλονίκη για μία «άχαστη» συναυλία στην Αθήνα.
Είναι ποιητικός, είναι φιλοσοφημένος, είναι απρόοπτος. Είναι επίσης σημαντικός. Μπλέκοντας την βαλκανική παράδοση με την τζαζ, τις μινιμαλιστικές φόρμες με τα αυτοσχεδιαστικά σόλο και τους καταγεγραμμένους ήχους μιας καθημερινότητας που υπό άλλες συνθήκες καμία θέση δεν θα
δικαιούνταν σε ένα μουσικό δημιούργημα, ο Μιχάλης Σιγανίδης μπορεί και δημιουργεί ένα σύμπαν εριστικών διαδράσεων. Μέλος τριών συγκροτημάτων  (Χειμερινοί Κολυμβητές, Primavera en Salonico, Φίλοι ΜίλτουΣαχτούρη) και παρά την οκνηρία την οποία συνεχώς διατείνεται πως έχει, αποτελεί δραστήριο και σημαίνον μέλος της ελληνικής τζαζ σκηνής. Μετά την κυκλοφορία της τελευταίας του δουλειάς με τίτλο “97%”, θα βρεθεί με μια ομάδα καταπληκτικών μουσικών για μία και μόνο βραδιά στη σκηνή του six d.o.g.s προσφέροντας μας, όπως λέει, ένα proper meal με σκοπό να μην πλήξει κανείς.
Μουσική μόνο για μυημένους ή περάστε κόσμε; Κάθε παιδάκι θέλει να επικοινωνεί με όσους περισσότερους γίνεται, αν είναι δυνατό με όλους. Προφανέστατα θεωρώ πως αυτά που γράφω- κι εκεί φαίνεται ίσως η απόστασή μου από αυτό που λέγεται πραγματικότητα- είναι πολύ ανοιχτά για τον καθένα. Έχω δεχθεί εξαιρετικές εκδηλώσεις εκτίμησης από ανθρώπους λαϊκούς που δεν έχουν καμία σχέση με σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα. Είναι το όνειρό μου: αυτό που φτιάχνω να μπορεί να επικοινωνηθεί ακόμα και στους Μάο-Μάο. Αντιπαθώ πολύ τους κύκλους των μυημένων, τα καλλιτεχνικά γκέτο και τα κλειστά συστήματα. Θαυμάζω λαϊκούς ήρωες όπως τον Τσομίδη, τον Ζάππα,  τον Μπακιρτζή και άλλους.
Έχει όριο ο αυτοσχεδιασμός; Είναι ένα ενδιαφέρον θέμα αυτό, γιατί  στη δουλειά μου πάντα υπάρχει μία συγκεκριμένη φόρμα σε συνύπαρξη  με μια ασύδοτη εγκατάλειψη στη στιγμή – “λελογισμένη παραίσθηση”, όπως θα έλεγε και ο Ρεμπώ, σε μετάφραση Ασλάνογλου. Επιδιώκουμε  ελευθερία μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο. Να μην καταλαβαίνει κανείς δηλαδή πού είναι η αλήθεια και πού είναι το ψέμα, όπως η ταινία του Όρσον Ουέλς. Να μην καταλαβαίνει κανείς ποιο είναι το έτοιμο και ποιος ο αυτοσχεδιασμός. Δεν όμως είναι μια τυχαία συνθήκη, όλα συμβαίνουν πάνω σε αυτό στον άξονα της προσωπικής μουσικοποιητικής έκφρασης. Είναι ενδιαφέρον να μην τακτοποιείται πουθενά αυτό που κάνεις. Έτσι δεν είναι και η ζωή; Τι ξέρουμε και τι δεν ξέρουμε;
Έχει τύχει να έρθετε σε αδιέξοδο την ώρα ενός αυτοσχεδιαστικού σόλο; Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές τυχαίνει να έρθουμε σε ένα μικρό αδιέξοδο την ώρα του 
αυτοσχεδιασμού και να βασανιστούμε να ανακτήσουμε τη ροή μας. Είναι σαν την ερωτική πράξη ή την αφλογιστία του όπλου. Είναι η ίδια αμηχανία που ένιωθε ο Ντίνος Ηλιόπουλος στις ταινίες όταν έμπαινε στα σαλόνια που έλεγε «Αυτά…». Τότε όπως όλοι, όπως ακόμα και οι μεγαλύτεροι μουσικοί κάνουν, καλούμαστε να μεταχειριστούμε τα μουσικά μας στερεότυπα. Δεν είναι πάντα πετυχημένο.
Η σχέση σας με την ποίηση και τους ποιητές είναι κάτι παραπάνω από σχέση ζωής.Πήρα το μικρόβιο της ποίησης από το γυμνάσιο με τον φιλόλογο μας Τάσο Ναούμ, ο οποίος ρώτησε στην τάξη «τι είναι ο υπερρεαλισμός;» κι εμείς (της μεταπολίτευσης παιδιά) καταλάβαμε «ιμπεριαλισμό». Ο Τάσος θέλησε να μας διαβάσει τον Δρόμο του Εμπειρικού και ήταν σαν να μου αποκαλύφθηκαν κάποια πράγματα, σα να μετατοπίστηκε η ζωή μου, σταδιακά χτίστηκε μια προσωπική ερμηνεία μέσα μου. Πολλούς συντοπίτες μου ποιητές αγαπώ όπως τον Ασλάνογλου, τον Ιωάννου αλλά και τον Χριστιανόπουλο. Με κάποιους από αυτούς, πέρα από τα καλά ποιήματα, μετράνε και άλλα πράγματα όπως η προσωπική σχέση όχι ως αναγνώστης αλλά ως συνομιλητής. Με τον Σαχτούρη επίσης υπήρξε αυτή η εγγύτητα την οποία δεν ξέρω αν μπορώ να την εκθέσω με λογικούς όρους. Σε ένα πρώτο γράμμα που του είχα στείλει για να εκφράσω τον θαυμασμό μου, του είχα γράψει ότι τα ποιήματά του μετρούν σαν προσευχές. Όντας σε μια καταθλιπτική περίοδο, ένιωθα ότι υπήρχε μια φλόγα κεριού μέσα στο σκοτάδι όπου με συντρόφευε και με παρηγορούσε. Ο Σαχτούρης, όπως έγραψε ο Δ.Ν.Μαρωνίτης, ιδρύει έναν χώρο, έναν πολύ προσωπικό ποιητικό χώρο, που με αφορά. 
Η μουσική σας κατακλύζεται από ήδη καταγεγραμμένους ήχους. Υπάρχει κάποιοςήχος που δεν έχετε καταφέρει να εγκλωβίσετε ή να ενσωματώσετε μέχρι στιγμής;Ενδιαφέρουσα ερώτηση. Είναι αυτός ο ήχος που ακούγεται μέσα στο κεφάλι μας, μια πολύ ψιλή συχνότητα, κάτι σαν τη μουσική των σφαιρών που ταυτόχρονα νομίζεις ότι σου έρχεται εγκεφαλικό. Αυτός ο πολύ δικός σου ήχος. Δεν ξέρω πώς να το εκφράσω διαφορετικά.
Έχετε πει κατ’ εξακολούθηση ότι είστε οκνηρός. Πώς η οκνηρία και ηπολυπραγμοσύνη χωράνε στο ίδιο σώμα; Έχω δύο πράγματα στο μυαλό μου ταυτόχρονα: αυτό που έλεγε ο Εγγονόπουλος, νομίζω στην τελευταία του συνέντευξη, ότι «ή αισιόδοξος ή απαισιόδοξος, στη μέση είναι το δράμα». Δεν μπορείς να είσαι λίγο απ’ 
όλα αν θέλεις να καταφέρεις κάτι και να υπερβείς το όριο. Ή αυτό που λέει ο Μπωντλαιρ «μεθύστε, αλλά μεθύστε πολύ». Μόνο ο οκνηρός μπορεί να μιλήσει για τη δράση με τον τρόπο που μόνο ο διψασμένος μπορεί να μιλήσει για το νερό. Ίσως εκεί να εντοπίζεται και το έλλειμμα της εποχής μας, αυτό που κομματιάζει και γεμίζει πληροφορία τους ανθρώπους και δεν τους αφήνει να αφοσιωθούν σε τίποτα.
Πώς θέλετε να σας θυμούνται μετά από 50 χρόνια; Μέσα από τη δουλειά μου η οποία θέλω να παραμείνει ζωντανή ως τότε, να ακούγεται σύγχρονη, να δονείται εξίσου. Όχι ως ένα πορτρέτο για κάτι που κάποτε υπήρξε, αλλά ως κάτι ζωντανό. Φιλόδοξο…
Γιατί να έρθουμε στο six d.o.g.s την Τετάρτη; Πιστεύω ότι όσοι έρθουν δεν θα πλήξουν. Αυτό ίσως ακούγεται αυτάρεσκο, αλλά νιώθω ότι η παράσταση είναι κάτι σαν το προπύργιο της εντός πλαισίου ελευθερίας μου. Θα παρουσιάσουμε το πρόγραμμα που παίζουμε φέτος με τίτλο «fik-oh» που σημαίνει κάτι σαν «και γαμώ!» και το αναφωνούν οι Βερολινέζοι νέοι όταν ακούν ή βλέπουν κάτι που τους αρέσει πολύ. Ερχόμενος κανείς θα δει μια αφήγηση με οπτικά και ακουστικά μέσα, με φιλμάκια που έχει επιμεληθεί ο Γιάννης Πειραλής, για διάφορα πρόσωπα και τα οποία έχω εκδώσει στον τελευταίο μου δίσκο με τίτλο 97%. Εκείνο που θέλω να εκφράσω είναι η χαρά που νιώθω επειδή παίζω με τους συγκεκριμένους μουσικούς, τον Χάρη Λαμπράκη, τον James Wylie, τον Κώστα Αναστασιάδη και τον Λευτέρη Μουμτζή, με τους οποίους, παρόλο τον περφεξιονισμό για να βγει το proper meal (που λένε και οι Αμερικάνοι), καταφέρνουμε και παίζουμε, ενίοτε, μουσική.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

pdf

Πίσω στην κορυφή της σελίδας

Grab this Widget